- λερός
- I
Ακατοίκητη νησίδα (υψόμ. 64 μ.) του Σαρωνικού κόλπου. Βρίσκεται στον κόλπο της Ελευσίνας, στη βορειοανατολική ακτή της Σαλαμίνας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Σαλαμίνας της νομαρχίας Πειραιώς.IIΝησί (53 τ. χλμ., 8.207 κάτ.) του Αιγαίου πελάγους, στο σύμπλεγμα των Δωδεκανήσων, ΒΔ της Καλύμνου, από την οποία χωρίζεται με το στενό της Λ. (Διαπόρι), πλάτους 1 ναυτικού μιλίου. Υπάγεται διοικητικά στον νομό Δωδεκανήσου της περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου. Όλοι οι οικισμοί της Λ. ανήκουν διοικητικά στον δήμο Λ., ο οποίος έχει έδρα την Αγία Μαρίνα (2.672 κάτ.), τον μεγαλύτερο οικισμό του νησιού. Ο δεύτερος σε μέγεθος οικισμός είναι το Λακκί (1.990 κάτ.), το κυριότερο λιμάνι του νησιού, σχεδιασμένο το 1923 από Ιταλούς αρχιτέκτονες, οι οποίοι το ονόμασαν Πόρτο Λάγκο. Το έδαφός της είναι λοφώδες, με υψηλότερη κορυφή το Κλειδί (305 μ.). Έχει αρκετή βλάστηση, κυρίως στα χαμηλότερα μέρη. Οι ακτές του νησιού παρουσιάζουν μεγάλο διαμελισμό και γύρω τους υπάρχουν πολλές νησίδες, οι περισσότερες από τις οποίες είναι ακατοίκητες (Αρχάγγελος, Βελόνα, Γλάρος, Άγιος Αντώνιος, Στρογγύλη κ.ά.) και δύο από αυτές φιλοξενούν μονοψήφιο αριθμό κατοίκων (Λεβίθα, 8 κάτ. και Κίναρος, 2 κάτ.).Η Λ. έχει εξελιχθεί σε αξιόλογο αλλά ήπιο τουριστικό κέντρο, αναπτύσσοντας συνεχώς την υποδομή της και στηρίζοντας το μεγαλύτερο μέρος της οικονομίας της στον τουρισμό. Οι κάτοικοι ασχολούνται επίσης με τη γεωργία, στις μικρές πεδινές εκτάσεις που διαθέτει το νησί, με την οικιακή κτηνοτροφία και με την αλιεία. Στο νησί υπάρχει το Δημόσιο Θεραπευτήριο Λέρου, με κύριο τμήμα την ψυχιατρική κλινική του, η λειτουργία της οποίας τις περασμένες δεκαετίες δέχτηκε αυστηρότατες επικρίσεις από διεθνείς ανθρωπιστικούς οργανισμούς.Τα μνημεία που υπάρχουν στο νησί είναι πολλά. Σημαντικότερα από αυτά είναι τα ερείπια του ναού της θεάς Άρτεμης στο Παρθένι (7ος αι. π.Χ.), τμήματα κυκλώπειου τείχους, μεσαιωνικό κάστρο το οποίο επεκτάθηκε από τους Σταυροφόρους και χρησιμοποιήθηκε επίσης από τους Ιταλούς κατά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, καθώς και πολλές εκκλησίες και μοναστήρια. Επίσης, υπάρχουν πολλά παραδοσιακά κτίρια, τα σημαντικότερα από τα οποία βρίσκονται στο Λακκί, τεχνοτροπίας αρ-ντεκό, καθώς και στην Αγία Μαρίνα και στον Πλάτανο.Ιστορία. Οι πρώτοι κάτοικοι της Λ. ήταν Κάρες και Λέλεγες. Ο Όμηρος αναφέρει ότι η Λ. ήταν ένα από τα νησιά του Αιγαίου που έστειλαν ναυτική δύναμη εναντίον της Τροίας. Η ονομασία Λ. (λερός = λείος) εμφανίζεται κατά τον 6o αι. π.Χ. Λέριοι αναφέρονται από τον Ηρόδοτο και τον Θουκυδίδη. Όταν οι Δωριείς κατέλαβαν τα νησιά του Αιγαίου (6ος αι. π.Χ.), η Λ. έγινε δωρική αποικία. Σύντομα όμως, κατά τον Στράβωνα, τη θέση τους πήραν οι Μιλήσιοι. Όταν η Μίλητος υποδουλώθηκε στους Πέρσες, η Λ., ως αποικία της, είχε την ίδια τύχη. Κατά τα τελευταία χρόνια του Πελοποννησιακού πολέμου, επειδή πολλές πολεμικές επιχειρήσεις διεξάγονταν στα μικρασιατικά παράλια, η Λ. χρησιμοποιήθηκε από τους εμπολέμους ως καταφύγιο, αλλά και ως ορμητήριο. Η ήττα των Αθηναίων έφερε τη Λ., όπως και όλα τα νησιά, στην εξουσία των Σπαρτιατών. Η Λ. εξάλλου είχε την ίδια τύχη με τη Ρόδο και τα άλλα νησιά των Δωδεκανήσων, κατά τα χρόνια τόσο του Μεγάλου Αλέξανδρου όσο και των διαδόχων του.Στα χρόνια του Βυζαντίου η Λ. ακολούθησε την κοινή τύχη των ελληνικών νησιών που ανήκαν στην αυτοκρατορία. Το 1087 οι κάτοικοί της ξεσηκώθηκαν εναντίον της απόφασης του αυτοκράτορα Αλέξιου Κομνηνού να παραχωρήσει το νησί (μαζί με την Πάτμο, τη Λειψώ [Λειψοί] και τη Φαρμάκω [Φαρμακονήσι]) στον καλόγερο Ιωάννη τον Λατρηνό, τον κατοπινό όσιο Χριστόδουλο, ο οποίος ήθελε να ιδρύσει μοναστήρια. Οι συγκρούσεις ανάμεσα στους Λέριους και στους μοναχούς του Λατρηνού διήρκεσαν δύο χρόνια. Τελικά, με την επέμβαση του βυζαντινού στρατιωτικού διοικητή της Σάμου Χαρσιανίτη και τη μεσολάβηση του νοταρίου του Ιωάννη Θεολογίτη, αποκαταστάθηκε η ηρεμία. Το 1523, μαζί με τα υπόλοιπα Δωδεκάνησα, κατακτήθηκε από τους Τούρκους, υπό την κυριαρχία των οποίων παρέμεινε έως το 1912. Στο διάστημα αυτό, η τουρκική κατοχή της Λ. διακόπηκε δύο φορές: το 1648 κατά τη διάρκεια του Ενετοτουρκικού πολέμου, όταν αποβιβάστηκαν εκεί οι άντρες του ναύαρχου Λεονάρντο Φόσκολο, και το 1824, όταν οι Τούρκοι εκδιώχθηκαν από το νησί, το οποίο έμεινε ελεύθερο για τρία χρόνια, υπό Έλληνα έπαρχο. Στον Ιταλοτουρκικό πόλεμο το κατέλαβαν οι Ιταλοί μαζί με τα υπόλοιπα Δωδεκάνησα (1912) και το μετέτρεψαν σε μία από τις ισχυρότερες ναυτικές βάσεις τους στη Μεσόγειο. Αυτός ήταν και ο λόγος που, κατά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, η Λ. έγινε θέατρο αιματηρών συγκρούσεων ανάμεσα στους Συμμάχους και στα γερμανικά στρατεύματα κατοχής. Μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας (1943), το νησί κατελήφθη από την 234η βρετανική ταξιαρχία, η οποία ωστόσο αναγκάστηκε να το εγκαταλείψει αμέσως, ύστερα από αιφνίδια γερμανική επίθεση. Το 1947 η Λ. ενσωματώθηκε στο ελληνικό κράτος, μαζί με τα υπόλοιπα Δωδεκάνησα. Κατά τη διάρκεια της απριλιανής δικτατορίας (1967-74), στους οικισμούς Παρθένι και Λακκί συγκροτήθηκαν στρατόπεδα συγκέντρωσης, στα οποία εκτοπίστηκαν αρκετοί αντίπαλοι του καθεστώτος.* * *-ή, -όβρόμικος, ρυπαρός, ακάθαρτος, λερωμένος.[ΕΤΥΜΟΛ. < αρχ. ὀλερός* «ακάθαρτος», με αποβολή τού άτονου αρκτικού -ο- (πρβλ. ὀμάτιον> μάτι). Κατ' άλλη άποψη, λιγότερο πιθανή, < αρχ. λειρός «ωχρός»].
Dictionary of Greek. 2013.